Home > Term: λιανική
λιανική
Ένας όρος που συνήθως αναφέρεται στις απευθείας πωλήσεις σε έναν ιδιώτη πελάτη, σε αντίθεση με το χονδρικό εμπόριο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Textiles
- Category: Manufactured fibers
- Company: Celanese
0
Creator
- Aggeliki
- 100% positive feedback
(Berlin, Germany)