Home > Term: Μάστερς (μεταπτυχιακό)
Μάστερς (μεταπτυχιακό)
Ένας βαθμός μετά το αρχικό πτυχίο που συνήθως αποκτιέται μετά από ένα ή δύο χρόνια σπουδών.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Education
- Category: Higher education
- Company: Common Data Set
0
Creator
- nikikarma
- 100% positive feedback
(Spokane - WA, United States)