Home > Term: ήλιο (He)
ήλιο (He)
Ένα άχρωμο, άοσμο, αδρανές αέριο, ειδικό βάρος 0.1368, βρέθηκαν σε κάποιο φυσικό αέριο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Energy
- Category: Natural gas
- Company: AGA
0
Creator
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)