Home > Term: Ψιλόβροχο
Ψιλόβροχο
Να τυχαία να χύσει ένα υγρό, όπως το γλάσο ζάχαρη άχνη, σε ένα λεπτό ρεύμα πέρα από τα τρόφιμα.
- Part of Speech: verb
- Industry/Domain: Culinary arts
- Category: Cooking
- Company: Better Homes and Gardens
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback