Home > Term: απονιτρωτική
απονιτρωτική
Μείωση των νιτρικών αλάτων σε νιτρώδη, τα οξείδια του αζώτου ή dinitrogen (N2) η οποία καταλύεται από βακτήρια προαιρετικώς αερόβια εδάφους υπό αναερόβιες συνθήκες.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Creator
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)