Home > Term: απόσβεσης
απόσβεσης
Η μείωση του εύρους που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από ένα ταλάντωσης.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Automation
- Category: Industrial automation
- Company: Rockwell Automation
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)