Home > Term: εκκαθάριση (γενικά)
εκκαθάριση (γενικά)
Προϊόν η συγκέντρωση co ενός στοιχείου σε ένα σύστημα παραγωγής και το ρυθμό ροής όγκου του συστήματος εξόδου διαιρούμενη με την συγκέντρωση ci αυτού του στοιχείου στο σύστημα εισόδου.
Σημείωση: Ο όρος «σημαίνει ρυθμό όγκου» συνιστάται για την ποσότητα αυτή.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback