Home > Term: αιθάλη
αιθάλη
Σχεδόν καθαρό άμορφο άνθρακα που αποτελείται από εξαιρετικά λεπτών σωματιδίων, συνήθως παράγεται από αερίων ή υγρών υδρογονανθράκων, με ελεγχόμενη καύση με έναν ανεφοδιασμό αέρα περιορισμένο ή από την θερμική αποσύνθεση.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Energy
- Category: Natural gas
- Company: AGA
0
Creator
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)