Home > Term: υπότροφος
υπότροφος
Ο πανεπιστημιακός αξιωματούχος που είναι υπεύθυνος για τη συλλογή των διδάκτρων.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Education
- Category: Higher education
- Company: Common Data Set
0
Creator
- pkatseas
- 100% positive feedback
(Greece)