Home > Term: φροντιστήριο
φροντιστήριο
Μια συνεδρία μιας μικρής ομάδας όπου φοιτητές συζητούν υλικό που καλύφθηκε κατά τη διάρκεια μεγάλης διάλεξης.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Education
- Category: Higher education
- Company: Common Data Set
0
Creator
- D.Varnalis
- 100% positive feedback
(Rome, Italy)